Εθνική υποχρέωση η είσπραξη των καθυστερημένων φόρων

ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

κ. Κωνσταντίνο Πετρίδη

Υπουργό Οικονομικών

Υπουργείο Οικονομικών

Γωνία Μιχαλάκη Καραολή και

Γρηγόρη Αυξεντίου

1439, Λευκωσία

 

3 Μαρτίου 2021

 

Έντιμε κύριε Υπουργέ,

Θέμα: Εθνική υποχρέωση η είσπραξη των καθυστερημένων φόρων

Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανεξάρτητης Συντεχνίας Δημοσίων Υπαλλήλων Κύπρου (ΑΣΔΥΚ), παρατηρεί με ανησυχία τη συνεχή διόγκωση του μεγέθους των ανείσπρακτων φορολογικών οφειλών, ζήτημα που καθίσταται περισσότερο ανησυχητικό υπό τις παρούσες δύσκολες συνθήκες και την υποτονική λειτουργία της οικονομίας. Προφανώς, η είσπραξη των καθυστερημένων φόρων θα σημειώσει περαιτέρω όξυνση.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της τριμηνιαίας Έκθεσης προόδου, που ετοίμασε το Τμήμα Φορολογίας, (υποβλήθηκε στη Βουλή στις 15.1.2021), οι συνολικές καθυστερημένες οφειλές ανέρχονται στα € 2,67 δισ. Τα στοιχεία αφορούν στο τρίτο τρίμηνο του 2020 και παρατηρείται αύξηση σε σύγκριση με τις καθυστερημένες οφειλές ύψους €2,47, την αντίστοιχη περίοδο το 2019. Μεγαλύτερη ανησυχία προκαλεί η παραδοχή του Τμήματος Φορολογίας, σύμφωνα με την οποία, μεγάλο μέρος των οφειλών, ύψους €1,5 δισ. παρουσιάζει κώλυμα με ορατό το ενδεχόμενο αυτά να μην εισπραχθούν ποτέ. Όπως αναφέρεται, «οφειλές ύψους €1,5 δισ. παρουσιάζουν προσωρινό ή μόνιμο κώλυμα στην είσπραξη».

Εξίσου ανησυχητική είναι άλλη μια επισήμανση του Τμήματος Φορολογίας, σύμφωνα με την οποία οφειλές ύψους €533,1 εκατ. αφορούν πρόσωπα τα οποία είναι σε διαδικασία πτώχευσης ή εκκαθάρισης ή βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία προς αυτή την κατεύθυνση. Από αυτά, ποσό ύψους €427,1 εκατ. αφορά οφειλές για άμεσες φορολογίες και €105,9 εκατ. για τον ΦΠΑ. Σημειώνεται ότι, ποσό €219,4 εκατ. αφορά τόκους και €54,5 εκατ., επιβαρύνσεις, με το Τμήμα Φορολογίας να σημειώνει ότι οι πιθανότητες είσπραξής τους είναι περιορισμένες.

Η συνεχής διόγκωση των καθυστερημένων οφειλών, κατά την άποψη της Οργάνωσης μας, θέτει υπό αμφισβήτηση τη φοροεισπρακτική ικανότητα και αποτελεσματικότητα του κράτους και ειδικότερα των αρμοδίων Τμημάτων. Ως ΑΣΔΥΚ θεωρούμε μέγιστη εθνική υποχρέωση τον περιορισμό της απώλειας εσόδων από το κρατικό ταμείο. Παρά την ενίσχυση, θεωρητικά τουλάχιστον, των νομοθετικών εργαλείων, που έχει στη διάθεσή του το Τμήμα Φορολογίας, εντούτοις, είναι προφανές, ότι τα αποτελέσματα απέχουν κατά πολύ από τα επιθυμητά.

Εν προκειμένω, αξίζει να υπομνήσουμε ορισμένα στοιχεία και δεδομένα τα οποία επιβεβαιώνουν του λόγου τω αληθές: [α] Μεσούσης της οικονομικής κρίσης και παρά τις υποδείξεις της Τρόικα για λήψη μέτρων, οι φορολογικές οφειλές προς το κράτος, για την περίοδο 2013 – 2018, αυξήθηκαν κατά €600 εκ ενώ η τάση αυτή συνεχίστηκε και την επόμενη διετία. Οι οφειλές αυτές δεν προέρχονταν από τους μισθοσυντήρητους εργαζόμενους. [β] Από το 2017 η κυβέρνηση επέλεξε συνειδητά να καταργήσει το φόρο ακίνητης ιδιοκτησίας – τη φορολογία που άγγιζε περισσότερο όσους έχουν συσσωρευμένο πλούτο – στερώντας έτσι από το κρατικό ταμείο ένα ποσό της τάξης των €90 εκ. τη στιγμή που συνεχίζει να κρατά μειωμένους του μισθούς των εργαζομένων στο δημόσιο και ευρύτερο κρατικό τομέα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το σύνολο της αξίας της ακίνητης ιδιοκτησίας που η κυβέρνηση αποφεύγει να φορολογήσει ανέρχεται στα €155 δις (€118 δις ανήκει σε ιδιώτες και €37 δις ανήκει σε εταιρείες). [γ] Από στοιχεία του Υπουργείου σας, ο μέσος ετήσιος φόρος που καταβάλλει ένας αυτοεργοδοτούμενος στην Κύπρο (δικηγόροι, γιατροί, λογιστές, υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι κλπ.) είναι γύρω στα €600, ένας ιδιωτικός υπάλληλος γύρω στα €1000 ενώ ένας δημόσιος/κρατικός υπάλληλος, γύρω στα €3000. Θεωρούμε πως υπάρχουν τεράστια περιθώρια εντοπισμού των πραγματικών εισοδημάτων και είσπραξης. [δ] Το ποσοστό φορολογίας που το κράτος εισπράττει από φυσικά πρόσωπα, σε σχέση με το ΑΕΠ, ανέρχεται στο 3.2% ενώ ο μέσος όρος είσπραξης φόρου από φυσικά πρόσωπα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 9.5%. Παρά τις εξαγγελίες, διακηρύξεις, προθέσεις και επισημάνσεις η Κύπρος, σύμφωνα με παραδοχή του ίδιου του Εφόρου Φορολογίας, εξακολουθεί να έχει έναν από τους πιο αναποτελεσματικούς μηχανισμούς είσπραξης φορολογικών οφειλών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τυχαίο; Καθόλου!

Η έκδοση από μέρους σας εγκυκλίου με την οποία καλούνται τα Υπουργεία, Υφυπουργεία και Ανεξάρτητες Υπηρεσίες, να ενισχύσουν την προσπάθεια είσπραξης όλων των οικονομικών οφειλών προς το κράτος, δεν είναι επαρκής.

Αυτό που κατά την άποψή μας επιβάλλεται είναι η δρομολόγηση μιας επικαιροποιημένης πολιτικής άντλησης των καθυστερημένων οφειλών, που θα συνοδεύεται με επιπρόσθετα υποστηρικτικά μέτρα και μηχανισμούς ελέγχου ικανούς να αποδώσουν στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Απαιτείται επίσης πολιτική βούληση, από την Κυβέρνηση πρωτίστως, και τη Βουλή δευτερευόντως, προκειμένου να δρομολογηθεί ολοκληρωμένος σχεδιασμός αντιμετώπισης της είσπραξης των καθυστερημένων οφειλών. Η διασταύρωση και ο έλεγχος στοιχείων και δεδομένων μεταξύ των κυβερνητικών τμημάτων (Φορολογία, Πολεοδομία, Κτηματολόγιο, Κοινωνικές Ασφαλίσεις, Υφ. Εμπορικής Ναυτιλίας, Οδικών Μεταφορών, Αστυνομία κλπ), δεν είναι εγχείρημα ούτε δύσκολο, αλλά ούτε απροσπέλαστο. Φτάνει να υπάρχει θέληση και αποφασιστικότητα. Γνωρίζετε άλλωστε ότι, τόσο εμείς όσο και τα μέλη μας είμαστε μέρος και εργαζόμαστε μέσα στον κυβερνητικό μηχανισμό και ξέρουμε πολύ καλά και τις δυνατότητες, αλλά και τις ικανότητες του όταν θέλει και του επιτραπεί να ενεργοποιηθεί.

Κατά συνέπεια, ως ΑΣΔΥΚ δεν πρόκειται να παραμείνουμε απαθείς και ουδέτεροι σε ένα τόσο σοβαρό θέμα το οποίο αφήνεται να εξελίσσεται σε βάρος των μελών μας και όλων των άλλων μισθοσυντήρητων εργαζομένων που είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους. Αναμένουμε την ανακοίνωση για λήψη συγκεκριμένων ενεργειών και μέτρων προς αυτή την κατεύθυνση το συντομότερο.

Σε αντίθετη περίπτωση, η παράταση της διόγκωσης των καθυστερημένων οφειλών θέτει υπό αμφισβήτηση τη βούληση της Πολιτείας για πάταξη της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής. Η αδυναμία ή και απροθυμία της Πολιτείας να περιορίσει την απώλεια εσόδων, αποτελεί άνιση μεταχείριση για τους νομοταγείς πολίτες, κυρίως τους μισθωτούς, του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι, συνεπείς στις φορολογικές υποχρεώσεις τους, στηρίζουν το κράτος.

Με εκτίμηση

 

Δρ Γιώργος Χωραττάς

Πρόεδρος

 

Κοιν.:    Πρόεδρο και Μέλη Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών