Μόλις εφτά δημόσιοι υπάλληλοι αξιολογήθηκαν ως μη εξαίρετοι. Ανάμεσα σε 12.000 και πλέον υπαλλήλους της Δημόσιας Υπηρεσίας, μόνο εφτά έλαβαν αρνητική αξιολόγηση. Η συντριπτική πλειοψηφία, όπως πάντα, κρίθηκε εξαίρετη. Καμία έκπληξη. Εδώ και δεκαετίες επαναλαμβάνεται το ίδιο μοτίβο.
Με αφορμή την επίδοση της τελευταίας ετήσιας Έκθεσης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας-ΕΔΥ (2019), στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, το ζήτημα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων επανήλθε ξανά, για λίγο μόνο, στο προσκήνιο. Ήδη όμως, καταχωνιάστηκε. Ως την επόμενη ετήσια έκθεση.
Το κεφάλαιο της αξιολόγησης ενός εργαζόμενου είναι εξαιρετικής σημασίας. Κύριος στόχος είναι η βελτίωση της ατομικής απόδοσής του/της υπαλλήλου με απώτερο σκοπό την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη λειτουργία της Δημόσιας Υπηρεσίας, προς όφελος του φορολογούμενου πολίτη, του κράτους και βεβαίως του ίδιου του/της εργαζόμενου/ης.
Όμως, με ποιο εργαλείο αξιολογείται ο/η δημόσιος/α υπάλληλος; Το υφιστάμενο μοντέλο αξιολόγησης, κατά κοινή ομολογία, είναι απηρχαιωμένο, δημιουργεί σοβαρές στρεβλώσεις και έχει κλείσει τον κύκλο του εδώ και αρκετά χρόνια. Θα έπρεπε να είχε ήδη αντικατασταθεί με ένα σύγχρονο, αξιοκρατικό σύστημα το οποίο θα εισήγαγε διαφανή κριτήρια και δημοκρατικές διαδικασίες μέσω των οποίων η αξιολόγηση των υπαλλήλων να διαπερνά όλες ανεξαιρέτως τις βαθμίδες της ιεραρχίας και να είναι όσον το δυνατόν πιο αντικειμενική ώστε να προάγονται και κατ’ επέκταση να ανταμείβονται τα ικανότερα στελέχη.
Στα μειονεκτήματα του υφιστάμενου συστήματος αξιολόγησης καταγράφεται, ως κορυφαίο, το γεγονός ότι επιτρέπει σε διευθυντικά στελέχη και προϊσταμένους/ες να το χρησιμοποιούν αυθαίρετα και καταχρηστικά, ως δαμόκλειο σπάθη, επί των υφισταμένων τους προκειμένου να επιτύχουν την ολοκληρωτική και άνευ εταίρου υποταγή για να επιβάλλουν τη βούλησή τους μιας και η οποιαδήποτε ένσταση στην αξιολόγηση εξετάζεται από τον/την ίδιο/α διευθυντή/ρια ή/και προϊστάμενο/η ο/η οποίος/α ενεργεί ως αξιολογητής/τρια.
Πάγια θέση της ΑΣΔΥΚ είναι η εισαγωγή ενός συστήματος αξιολόγησης σύγχρονα σχεδιασμένου, που, μεταξύ άλλων, θα θεσμοθετεί και την αξιολόγηση όχι μόνο του προϊστάμενου προς τον υφιστάμενο υπάλληλο, αλλά και αντιστρόφως. Ουδείς υπεράνω αξιολόγησης, ούτε καν οι Γενικοί/ες Διευθυντές/ριες.
Θέση της ΑΣΔΥΚ είναι ότι η Δημόσια Υπηρεσία έχει άμεση ανάγκη ένα νέο πλαίσιο αξιολόγησης, που θα εμπεδώνει την αξιοκρατία, την ισονομία και θα μειώνει συνάμα τις πιθανότητες ρουσφετιού.
Είναι γνωστή η πορεία που είχε το πακέτο νομοσχεδίων, για μεταρρύθμιση της Δημόσιας Υπηρεσίας, που κατέθεσε το Υπουργείο Οικονομικών στη Βουλή το 2015, και το οποίο περιλάμβανε τροποποιήσεις και αλλαγές στο σύστημα αξιολόγησης. Ορθά, κατά την άποψη μας, η Βουλή καταψήφισε τότε τα εν λόγω νομοσχέδια μιας και το νέο σύστημα κάθε άλλο παρά βελτίωνε τις αδυναμίες και τα τρωτά που ήδη υπάρχουν. Μετά από μία πενταετία, ωστόσο, βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο μηδέν και ως προς το συγκεκριμένο θέμα στο οποίο επικρατεί ανησυχητική στασιμότητα.
Μολονότι η υγειονομική κρίση έχει επιβάλει νέες συνθήκες και έχει αναπροσαρμόσει πολλές από τις προτεραιότητες του κράτους, εντούτοις, αποτελεί αναμφισβήτητα αδήριτη ανάγκη το ζήτημα της αξιολόγησης των υπαλλήλων στο δημόσιο και της μεταρρύθμισης ευρύτερα να προχωρήσουν. Το αρμόδιο Υπουργείο όπως και η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή, ενώπιον της οποίας εκκρεμούν τα εν λόγω νομοσχέδια, καλούνται να προχωρήσουν, έτσι ώστε, όλοι οι συμβαλλόμενοι, μακριά από σκοπιμότητες, να λειτουργήσουν σωστά και απερίσπαστα, προκειμένου το εγχείρημα επιτέλους, να τελεσφορήσει.
Διαφορετικά, ας συνεχίσουμε όπως και τώρα ως το … 2090.
Δρ. Γιώργος Χωραττάς
Πρόεδρος